Η τάση για αναπαράσταση της ζωής βρίσκεται εδώ και αμέτρητα χρόνια στη βάση κάθε καλλιτεχνικής δημιουργίας του ανθρώπου. Από τις πρώτες τοιχογραφίες των σπηλαίων της προϊστορίας, μέχρι το αρχαιοελληνικό δράμα και από τη χορογραφία μέχρι τη μουσική σύνθεση, η ανθρώπινη έκφραση υπήρξε πάντα μια αναπαράσταση της ίδιας της ζωής και όλων των άπειρων δυνατών εκδοχών και μορφών της.
Η τέχνη θα μπορούσε να θεωρηθεί ως το αποτέλεσμα της έμφυτης ανάγκης μας να μιμηθούμε το Δημιουργό. Πηγάζει δε μέσα από το βίωμα της ζωής και επιχειρεί να αναπαραστήσει τις εξωτερικές ή τις εσωτερικές της όψεις. Και αυτό είναι κατά κοινή ομολογία θεραπευτικό, λυτρωτικό και απαραίτητο, πρώτα απ’ όλους, για τον ίδιο τον άνθρωπο-καλλιτέχνη. Έτσι η τέχνη έγινε θέατρο, ποίηση, λογοτεχνία, ζωγραφική και άλλα πολλά και θαυμαστά, που όχι μόνο αναπαράγουν τη ζωή, αλλά ταυτόχρονα την υμνούν, συνομιλούν μαζί της και αποζητούν την κατανόηση, τη διεύρυνση και την εξύψωσή της.
Ταυτόχρονα, η αναπαράσταση της ζωής εκτός από τέχνη αποτελεί και θεραπεία. Τέχνη και θεραπεία, θεραπεία και τέχνη, είναι έννοιες πολύ στενά συνυφασμένες που αποτελούν σχεδόν τις δυο πλευρές του ίδιου νομίσματος.
Στον ελληνικό αλλά και σε ολόκληρο το Δυτικό πολιτισμό, η πιο γνωστή μορφή μιας ζωντανής αναπαράστασης της ζωής είναι αναμφισβήτητα το θέατρο. Το αρχαιοελληνικό δράμα δεν προσφέρει απλώς κάποιου είδους διασκέδαση, χολιγουντιανού τύπου. Αποτέλεσε και αποτελεί, ψυχαγωγία με την κυριολεκτική σημασία του όρου και ταυτόχρονα, ένα είδος – θα λέγαμε – συλλογικής ψυχοθεραπείας.
Στη σύγχρονη ολιστική θεραπευτική προσέγγιση, βλέπουμε να χρησιμοποιούνται πλέον, συνειδητά και σκόπιμα, στοιχεία του θεάτρου και άλλων τεχνών, με αποτέλεσμα τη Δραματοθεραπεία, το Ψυχόδραμα, την Παιγνιοθεραπεία, τη Χοροθεραπεία, την εικαστική θεραπεία και άλλες πολλές παράγωγες θεραπευτικές μεθόδους, οι οποίες αξιοποιούν την εγγενή αυτοθεραπευτική δυναμική της τέχνης.
Στις μέρες μας, επίσης, η ατομικότητα αποκτά όλο και μεγαλύτερη σημασία και η ανάγκη για πιο εξατομικευμένες θεραπευτικές λύσεις οδηγεί σταδιακά σε αλλαγές των χρήσεων της τέχνης.
Η τέχνη αποτελούσε όμως, έτσι κι αλλιώς, πάντοτε, ένα πανίσχυρο θεραπευτικό εργαλείο, είτε αυτό ήταν συνειδητό και φανερό, είτε όχι. Σε εποχές ή σε κοινωνίες όπου η ατομικότητα είναι ασθενής και η μαζική συνείδηση κυριαρχεί, η τέχνη και πάλι καταφέρνει να λειτουργήσει θεραπευτικά – απλώς, σε ένα επίπεδο συλλογικής συνείδησης και με έναν τρόπο περισσότερο ασυνείδητο.
Επίσης, όπως υπάρχει τέχνη για κάθε «γούστο», έτσι υπάρχει και τέχνη για κάθε «τρέλα», για κάθε «πόνο» και για κάθε περίπτωση. Και φυσικά δεν είναι απαραίτητο, ότι η τέχνη που ασκείται σκόπιμα με θεραπευτικό πρόσημο έχει πάντα καλύτερο αποτέλεσμα από την ελεύθερη και «άσκοπη» τέχνη.
Από τα πρώτα σκιτσάκια, τα στιχάκια και τους ποιητικούς πειραματισμούς των εφηβικών χρόνων, μέχρι τη σχολική θεατρική ομάδα και τα τραγούδια στις παρέες, όλα μορφές τέχνης που εξισορροπούν τις πρώτες ψυχολογικές ανησυχίες. Και από τις ζωγραφιές των παιδικών μας χρόνων, μέχρι την ώριμη καλλιτεχνική δημιουργία, οι εκφραστικές δυνατότητες της τέχνης αποτελούν ταυτόχρονα το διαχρονικότερο είδος αυτοθεραπείας.
Εγχείρημα Χείρωνας – πρώτη δημοσίευση στην Εναλλακτική Δράση